Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

Αστικοί θρύλοι που παγώνουν το αίμα (Μέρος Α)

Κάθε τόπος διαθέτει τις ομορφιές του, τα αξιοθέατα και τα πολύχρωμα τοπία που σαγηνεύουν το μάτι. Υπάρχουν όμως και ιστορίες που μένουν στην αφάνεια. Ενδιαφέρουσες ιστορίες για τις οποίες δεν γίνεται λόγος. Ιστορίες που πρωτοεμφανίστηκαν όταν ο άνθρωπος οργανώθηκε σε κοινωνίες. Ιστορίες που οι παππούδες έλεγαν στα εγγόνια τους για να τα τρομάξουν.
Ύστερα αυτά τα έλεγαν σε φίλους τους το βράδυ γύρω από μια φωτιά και η αδρεναλίνη χτύπαγε κόκκινο. Αυτές οι ιστορίες πέρναγαν από γενιά σε γενιά και έμειναν ζωντανές στο χρόνο με μικρές παραλλαγές. Κάπως έτσι γεννήθηκαν οι αστικοί θρύλοι. Θέματα τους είναι συχνά φανταστικά πλάσματα, δολοφόνοι, δαίμονες και ότι άλλο μπορεί να σκεφτεί ο νου σας. Μοιάζουν ψεύτικοι. Μήπως όμως κρύβουν μια δόση πραγματικότητας μέσα τους;

Το βενζινάδικο
Μια νεαρή κοπέλα οδηγούσε με το παλιό της αυτοκίνητο σε ένα άγνωστο δρόμο. Μετά από κάποια χιλιόμετρα συνειδητοποιεί ότι η βενζίνη τελειώνει και σταματάει στο πρώτο βενζινάδικο που βρίσκει μπροστά της. Ήταν ένα παλιό βενζινάδικο και κάτι δεν της πήγαινε καλά. Παρά τους ενδοιασμούς της κατέβασε το παράθυρο του οδηγού και ζήτησε από τον υπάλληλο να γεμίσει το ντεπόζιτο. Καθώς όμως γέμιζε το ντεπόζιτο με βενζίνη, ο υπάλληλο φαινόταν κάπως νευρικός και έξω από τα νερά του. Όταν πια το γέμισε επέστρεψε στη μεριά του οδηγού και ζήτησε να πληρωθεί. Η κοπέλα του δίνει τα λεφτά, όμως αυτός τα επεξεργάστηκε για κάποια λεπτά.
«Είναι πλαστά» της λέει, και τότε η κοπέλα ένιωσα αρκετά τρομαγμένη, περισσότερο από ότι ένιωσε όταν πρωτοέφτασε στο βενζινάδικο. Κάτι δεν πάει καλά εδώ, σκέφτηκε. Αμέσως ο υπάλληλος της εξηγεί πως πρέπει να τον ακολουθήσει μέσα στο γραφείο ώστε να ενημερώσει το αφεντικό του για το συμβάν. Αφού την έπεισε τελικά, μπήκαν στο γραφείο και κλείδωσαν την πόρτα. Τι θέλει από μένα; σκέφτηκε έντρομη η κοπέλα, ενώ κρύος ιδρώτας έλουζε το κορμί της. «Το χαρτονόμισμα δεν είναι πλαστό» της λέει ο υπάλληλος, «πρόφαση ήταν για να σε βγάλω από το αυτοκίνητο. Υπάρχει ένας άντρας με  ένα γάντζο στο πίσω κάθισμα». 


Οι πατημασιές στο χιόνι
Ζούσε κάποτε σε ένα χιονισμένο χωριό μια οικογένεια. Μια μέρα οι γονείς αποφάσισαν να βγουν να διασκεδάσουν το βράδυ στην πόλη αφήνοντας τις δύο κόρες τους στο σπίτι. Οι δύο αδερφές, η μία έφηβη και η άλλη πιο μικρή, πέρασαν το βράδυ τους παρακολουθώντας τηλεόραση. Η μικρή νύσταζε πολύ και έτσι η έφηβη κοπέλα την έβαλε για ύπνο. Ύστερα επέστρεψε στον καναπέ. Βαρέθηκε όμως γρήγορα και έτσι έκλεισε την τηλεόραση, κουκουλώθηκε με μια κουβέρτα και γύρισε να κοιτάει έξω από το παράθυρο όπου σιγοέπεφτε χιόνι. Ξαφνικά βλέπει ένα παράξενο άνδρα να περπατάει κάπως απειλητικά και να βγάζει από το παλτό του κάτι που αντανακλούσε.
Έντρομη, κουλουριάστηκε στον καναπέ και κρύφτηκε κάτω από την κουβέρτα. Μετά από λίγο βγήκε από την «κρυψώνα» της και είδε ότι ο άνδρας δεν ήταν πια εκεί. Τότε κάλεσε την αστυνομία η οποία κατέφθασε γρήγορα για να κάνει τις έρευνές της. Ύστερα από αρκετή εξέταση οι αστυνομικοί εξήγησαν στην έφηβη πως δεν βρήκαν ανθρώπινες πατημασιές στο χιόνι και ότι ήταν απίθανο να είχαν σκεπαστεί από το ελάχιστο χιόνι που έπεφτε. Έτσι έψαξαν στο σπίτι για περαιτέρω πληροφορίες. Τότε εντόπισαν ίχνη από χιόνι και υγρές πατημασιές στο χαλί που κατευθύνονταν στο καναπέ όπου ήταν ξαπλωμένο το κορίτσι. Και τότε κατάλαβε πως ο άνδρας που είδε ήταν πίσω της και έβλεπε την αντανάκλαση του στο τζάμι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου